Εισαγωγή
Η |
προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς
αποτελεί ένα ζήτημα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα από τα πρώτα χρόνια
εμφάνισης της απειλής της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι προσπάθειες για τη
θέσπισή της σε παγκόσμιο επίπεδο ξεκίνησαν με περιορισμένους στόχους αλλά
διευρύνονταν σταδιακά με προσθήκες διασαφήνισης όρων και σκοπών ανάλογα με τις
κοινωνικοπολιτικές συνθήκες.
Η Ελλάδα γίνεται μέλος από πολύ νωρίς στους
περισσότερους διεθνείς κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν
στόχο την προστασία και την ανάδειξή της, ενώ το ελληνικό Κράτος κυρώνει με
νόμους τις συμβάσεις που υπογράφονται σε διεθνές επίπεδο για τη διαφύλαξη της
Πολιτιστικής του Κληρονομιάς βάσει των διεθνών προτύπων.
Με ιδιαίτερη έμφαση στα ζητήματα της
διάσωσης, διαφύλαξης και αξιοποίησης του «πολιτιστικού αποθέματος» στις
σύγχρονες κοινωνίες, προτάθηκε και επικράτησε ο όρος «πολιτιστική κληρονομιά».
Η χρήση του σήμερα είναι ευρύτατα διαδεδομένη, τόσο μεταξύ ερευνητών και
διαχειριστών του πολιτισμού, όσο και μεταξύ καταναλωτών των πολιτιστικών
προϊόντων. Ωστόσο δεν είναι απαλλαγμένη από αμφισημίες, διαφορετικές
εννοιολογήσεις και προβληματισμούς σχετικά με το περιεχόμενο («πολιτιστική
κληρονομιά») και τη διαχείρισή του («πολιτιστική διαχείριση»). Η τελευταία
συνιστά αντικείμενο όχι μόνο της εκπαίδευσης, αλλά και θεσμικών φορέων
(υπουργεία, οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης), είτε ιδιωτικών (εταιρείες
πολιτιστικής διαχείρισης), είτε, ευρύτερα, διαφόρων συλλογικών φορέων
(πολιτιστικοί σύλλογοι, μουσεία κ.ά.).
Οι
διαφορετικές εννοιολογήσεις και διαχειριστικές προσεγγίσεις της πολιτιστικής
κληρονομιάς σε παγκόσμιο επίπεδο ανέδειξαν κοινά προβλήματα και αντιλήψεις,
που οδήγησαν στη δημιουργία οργανισμών και θεσμών παγκόσμιας αναγνώρισης
(ICOM, 1946· ICOMOS, 1964· ICCROM, 1956· UNESCO, 1946· κ.ά.) και στη θέσπιση
κανόνων και τη σύναψη συμβάσεων για την προστασία και ανάδειξη της
παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Με τον τρόπο αυτό προστατεύθηκαν και
αναδείχθηκαν κυρίως υλικά τεκμήρια και μνημεία του πολιτισμού,
καθιερώνοντας μέχρι σήμερα μια επίσημη πολιτιστική πρακτική, που εφαρμόζεται
από τα κράτη μέλη και στόχο έχει να διαχωρίσει από την καθημερινή τους χρήση
αντικείμενα, κτίσματα, οικιστικά σύνολα κ.ά., ως αξίες με αισθητική, ιστορική,
επιστημονική, κοινωνική, ψυχαγωγική κλπ. σημασία για την εθνική και την
παγκόσμια κληρονομιά.
Υπάρχει όμως παράλληλα και η ανεπίσημη
κληρονομιά,
που δεν προστατεύεται από τη νομοθεσία,
αλλά είναι κτήμα τοπικών κοινωνιών ή
διαφορετικών ομάδων,
συνιστά στοιχείο της παράδοσης και της
πολιτισμικής μας ταυτότητας
και τη χρησιμοποιούμε /οικειοποιούμαστε
με διάφορους τρόπους συλλογικής ή ατομικής
δράσης.
Η χρήση και επιτέλεση της ανεπίσημης
κληρονομιάς συνδυάζει τόσο επίσημες και θεσμοθετημένες πρακτικές σε
αναγνωρισμένους ιστορικούς τόπους και μνημεία, όσο και τοπικές παραδόσεις και
πρακτικές που εκφράζουν νοοτροπίες και αντιλήψεις των τοπικών μας κοινωνιών,
αλλά και ευρύτερων υπερτοπικών συλλογικοτήτων.
Οι αλλαγές στην οπτική και την ερμηνεία των πολιτισμικών φαινομένων που επέφερε η ανθρωπολογική προσέγγιση, αλλά και η πλούσια συνεισφορά της λαογραφίας, με τις καταγραφές τοπικών πολιτισμικών στοιχείων στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, έδωσαν τη δυνατότητα να μιλάμε σήμερα για μια πλούσια πολιτιστική, υλική και άυλη, κληρονομιά, ένα «πολιτιστικό απόθεμα» που αποτελεί ένα δυναμικό κεφάλαιο του νεότερου ελληνικού πολιτισμού, πολλαπλά ερμηνεύσιμο και αξιοποιήσιμο.
Η Κερκυραϊκή Πολιτιστική Κληρονομιά αποτελεί έναν ανεκτίμητο θησαυρό άυλου πολιτιστικού αποθέματος που γενιές ολόκληρες διαφύλαξαν με τιτάνιες προσπάθειες στα αγνά κύτταρα του πολιτισμού στις τοπικές μας κοινωνίες (πολιτιστικοί σύλλογοι, φιλαρμονικές και διάφορα άλλα σωματεία πολιτισμού, ανεξάρτητοι φορείς αλλά και πολιτιστικοί οργανισμοί δήμων), άνθρωποι με περισσό ενδιαφέρον και μόχθο κρατώντας ζωντανές τις ρίζες που διαμόρφωσαν την κουλτούρα μας.
Δυστυχώς, όλες αυτές οι αποσπασματικές και
αξιόλογες προσπάθειες των κατά τόπους φορέων που έχουν να αντιπαλέψουν μεγάλες
δυσκολίες δεν μπόρεσαν ποτέ να συγκεντρωθούν υπό την αιγίδα ενός αξιόπιστου
φορέα διαχείρισης, κινδυνεύουν να χαθούν και να παραμείνουν στο περιθώριο,
καθώς διανύουμε μια εποχή τεράστιων αλλαγών, όπου η ψηφιακή επανάσταση καθιστά
επιβεβλημένη την ορθολογική διαχείριση και εκμετάλλευση τους μέσω μιας συντεταγμένης
ψηφιακής στρατηγικής για το πολιτιστικό απόθεμα.
Είναι καιρός πλέον σύσσωμη η τοπική μας
κοινωνία
να συστρατευτεί αναλαμβάνοντας το χρέος που
της αναλογεί,
να ενώσει μεθοδευμένα τις δυνάμεις της
και να οργανώσει με συντονισμένες προσπάθειες
το βάρος της διαφύλαξης και διαχείρισης
ετούτου του ογκώδους αποθέματος που
διαθέτουμε.
Σήμερα, με την ανάπτυξη των πολιτισμικών
σπουδών και των πολιτιστικών πρακτικών διαχείρισης, η πολιτιστική κληρονομιά
προκρίνεται, αφενός ως πολιτιστικό εργαλείο για την οικονομική ανάπτυξη των
κοινοτήτων, αφετέρου ως στοιχείο συγκρότησης της ταυτότητας των
σημερινών κοινωνιών μέσα από τη διατήρηση και τη διαχείριση της μνήμης και
των συναισθημάτων. Παράλληλα η προστασία της πολιτιστικής μας
κληρονομιάς διασταυρώνεται με την προβολή της εξαιτίας της σύνδεσής με την
αειφόρο ανάπτυξη.
Μόνο μια τέτοια ολιστική προσέγγιση
είναι δυνατόν να ανταποκριθεί στις
αυξανόμενες
κοινωνικές και οικονομικές πιέσεις της εποχής
μας
αλλά και να προσφέρει ένα ουσιαστικό όραμα
για τον πολιτισμό μας στην ψηφιακή εποχή.
Πρόταση
Ο |
νέος
φορές διαχείρισης της Κερκυραϊκής Πολιτιστικής Κληρονομιάς θα πρέπει να
δημιουργηθεί καθώς διαπιστώνεται ένα τεράστιο κενό που αδυνατούν να καλύψουν
τόσο οι κρατικές υπηρεσίες και η κεντρική εξουσία αλλά και οι αποσπασματικές
ενέργειες των φορέων της περιοχής καθώς απουσιάζει ο συντονισμός, η
μεθοδικότητα, η εξειδίκευση και η τεκμηρίωση που απαιτείται για τη διαφύλαξη
του πλούσιου αυτού περιεχομένου που καλούμαστε να διαχειριστούμε.
Κύριος στόχος του νέου φορέα θα είναι η διάσωση,
η διαχείριση, η ανάδειξη και η αξιοποίηση με συντονισμένες δράσεις της πλούσιας
πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής μας. Αυτή μπορεί να περιέχει και υλικά στοιχεία που δεν έχουν
επαρκώς αναδειχθεί (ούτε καν καταγραφεί από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και παραμένουν στην αφάνεια χωρίς
αξιοποίηση) αλλά κυρίως την άυλη πολιτιστική κληρονομιά που μεταφέρεται από
γενιά σε γενιά και χαρακτηρίζει την κουλτούρα της περιοχής μας.
Μεγάλο βάρος θα δοθεί στην ψηφιακή στρατηγική για τη διαφύλαξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής μας. Μια τέτοια στρατηγική θα κινείται σε δύο διαστάσεις, την πολιτιστική και την ψηφιακή, και στη βάση αυτών θα χαραχθεί μια ενιαία επιχειρησιακή προσέγγιση που θα εντοπίζεται σε εθνικό, τοπικό και περιφερειακό επίπεδο αλλά θα βρίσκεται και σε άμεση σχέση και συνάφεια με τις αντίστοιχες τάσεις πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι δύο αυτές διαστάσεις, θα συμπληρώνονται στη
συνεχεία από ένα τρίτο οριζόντιο επίπεδο που θα αφορά στη χάραξη πολιτικών
για τη δημιουργία, διαχείριση και αξιοποίηση του διανοητικού και γνωσιακού
κεφαλαίου της περιοχής μας και σχετίζεται άμεσα με τις πολιτικές
έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας αξιοποιώντας το τεράστιο κεφάλαιο που
σηματοδοτεί για την Κέρκυρα η παρουσία και δράση του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Οι τρεις (3) βασικοί στόχοι της ψηφιακής στρατηγικής θέτουν το πλαίσιο για τη δημιουργία αξίας μέσα από την ψηφιακή πολιτισμική κληρονομιά της χώρας και βρίσκονται σε συνάφεια με τις πολιτικές για την έξυπνη εξειδίκευση, την καινοτομία, την εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, το περιβάλλον, την έρευνα και την ανάπτυξη και εν γένει τους επτά (7) τομείς παρέμβασης της εθνικής Στρατηγικής για την Ψηφιακή Ανάπτυξη.
Οι τρεις αυτοί στόχοι είναι:
·
η προστασία
και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς και ταυτότητας μέσα από τα νέα
ψηφιακά κανάλια.
·
η
δημιουργία προϋποθέσεων και υποδομών και η ανάπτυξη δεξιοτήτων για τη
μελλοντική βιωσιμότητα του ψηφιακού πολιτισμού.
· η βιώσιμη ανάπτυξη μέσα από τη διασύνδεση του πολιτισμού με τις τοπικές κοινότητες, την επιχειρηματικότητα και τον τουρισμό.
Ενδεικτικές δράσεις που θα
μπορούσαν να σηματοδοτήσουν ετούτο το εγχείρημα θα μπορούσαν να είναι:
·
Συλλογή
και συγκέντρωση οπτικοακουστικού υλικού (ηχογραφήσεις, βιντεοσκοπήσεις, φωτογραφίες, χειρόγραφες
σημειώσεις, εκθεσιακό λαογραφικό υλικό) από διάφορα πολιτιστικά σωματεία, πολιτιστικούς
φορείς και συλλόγους και ψηφιοποίησή τους προς κοινή χρήση.
·
Καταγραφή,
τεκμηρίωση και οργάνωση πρωτογενούς υλικού πολιτιστικής κληρονομιάς με την ενεργή, τεκμηριωμένη και
εξειδικευμένη συνδρομή του Ιονίου Πανεπιστημίου.
·
Αποτύπωση
σημαντικών μνημείων (ειδικά
στην περιφέρεια του νησιού) που ουδέποτε έχουν καταγραφεί από τις αρμόδιες κρατικές
υπηρεσίες και πρέπει να διασωθούν και να αξιοποιηθούν μέσω προγραμμάτων.
·
Δημιουργία ψηφιακού χάρτη άυλης πολιτιστικής
κληρονομιάς της περιοχής μας
(μουσική, τραγούδια, ήθη, έθιμα, γλώσσα, συνήθειες καθημερινότητας,
ιδιωματισμοί, τεχνοτροπίες, λαογραφικά στοιχεία, μαγειρική κ.λπ.) για την αξιοποίησή
του από κάθε ενδιαφερόμενο.
·
Δημιουργία
ψηφιακού και υλικού αρχείου για τους καλλιτέχνες – δημιουργούς (λογοτέχνες, ποιητές, ζωγράφους, χαράκτες,
γλύπτες, ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, σκηνογράφους, σκηνοθέτες κ.λπ.) της
μεγάλης Επτανησιακής σχολής και της Κέρκυρας. Αξιοποίηση και προώθηση του
έργου τους και συντονισμένη προβολή της δράσης τους μέσα από εκδηλώσεις και
συνέδρια.
·
Δημιουργία
ψηφιακού και υλικού αρχείου για τους σύγχρονους καλλιτέχνες – δημιουργούς (λογοτέχνες, ποιητές, ζωγράφους, χαράκτες,
γλύπτες, ηθοποιούς, τραγουδιστές, χορευτές, σκηνογράφους, σκηνοθέτες κ.λπ.) της
Κέρκυρας. Αξιοποίηση και προώθηση του έργου τους και συντονισμένη προβολή
της δράσης τους μέσα από εκδηλώσεις διάδοσης της δημιουργικής τους ταυτότητας.
·
Συγκέντρωση
αρχειακού υλικού από τις εστίες που είναι διασκορπισμένο και αρχειοθέτησή του με τη συνδρομή και εξειδίκευση του Ιονίου
Πανεπιστημίου.
·
Έκδοση
συλλεκτικών οδηγών για την προώθηση της κερκυραϊκής παράδοσης και κουλτούρας με έμφαση στις τοπικές συνήθειες, τη
τοπική γλώσσα και τις ιδιαιτερότητές της.
·
Συνεργασία
με φορείς, οργανισμούς και ανεξάρτητους παραγωγούς για την ορθή παρουσίαση της
κερκυραϊκής κουλτούρας στις δημιουργίες τους και την τεκμηριωμένη συνδρομή ώστε το τελικό αποτέλεσμα να
συνάδει με τα επιστημονικά συμπεράσματα.
·
Δημιουργία
εκθεσιακού χώρου για την προώθηση της κερκυραϊκής παράδοσης και λαϊκής τέχνης.
·
Δημιουργία
τράπεζας πληροφοριών με τη
σφραγίδα του Ιονίου Πανεπιστημίου.
·
Κατάθεση προτάσεων για τη δημιουργία
ανεξάρτητων παραγωγών με
στόχο την προώθηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
·
Διοργάνωση
ημερίδων, συνεδρίων και εορταστικών εκδηλώσεων με στόχο την προώθηση της πολιτιστικής μας
κληρονομιάς.
·
Διοργάνωση
ετήσιων βραβείων για την ανάδειξη των κορυφαίων προσωπικοτήτων του πολιτισμού
και της τέχνης της
περιοχής μας και ειδικές βραβεύσεις για τους ανθρώπους που κράτησαν ζωντανή την
παράδοση του τόπου μας.
·
Καθιέρωση πολιτιστικής χρονιάς αφιερωμένης σε συγκεκριμένες
προσωπικότητες του πολιτισμού της περιοχής μας, με στοχευμένες δράσεις και
εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες.
·
Σύνδεση
της πολιτιστικής μας κληρονομιάς με την εκπαίδευση και τα σχολεία,
καθιερώνοντας σχολικούς ετήσιους διαγωνισμούς και διαλέξεις.
·
Καλλιέργεια
της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και αξιοποίησή της συνδέοντας ουσιαστικά τον
πολιτισμό με τον πρωτογενή και τριτογενή τομέα στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για
την αναπροσαρμογή των πολιτικών για τον τουρισμό και την ανάπτυξη σε εναλλακτικά
πρότυπα.
·
Διοργάνωση
εθελοντικών δράσεων για την προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς
με καθαρισμούς και εργασίες εξωραϊσμού αυτών.
Νομική
Μορφή – Σχήμα – Καταστατική δομή
Οι πολιτιστικοί οργανισμοί διαιρούνται σε
κατηγορίες ανάλογα με το καθεστώς κυριότητας που τους διέπει. Οι τρεις
κατηγορίες που προκύπτουν είναι:
α) Οι Δημόσιοι Πολιτιστικοί Οργανισμοί
οι οποίοι δημιουργήθηκαν απ’ το κράτος ή τους ΟΤΑ (υπηρεσίες και τμήματα του
ΥΠ.ΠΟ., ανώνυμες εταιρείες, Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και Νομικά Πρόσωπα
Δημοσίου Δικαίου),
β) Οι ιδιωτικοί πολιτιστικοί οργανισμοί
μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (κοινωφελή ιδρύματα, σύλλογοι, σωματεία κ.α.)
γ) Οι ιδιωτικοί πολιτιστικοί οργανισμοί
κερδοσκοπικού χαρακτήρα (αίθουσες τέχνης κ.α.)
Ως νομική μορφή προτείνεται η δημιουργία ενός φορέα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που μπορεί να έχει τη μορφή της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας ιδιωτικού δικαίου (μεικτού σχήματος).
Είναι επιβεβλημένη η αξιοποίηση των μεγάλων
πολιτιστικών σωματείων της περιοχής, των δεκάδων φιλαρμονικών ιδρυμάτων,
των πολιτιστικών φορέων (σύλλογοι, χορωδίες, κ.λπ.) που έχουν διατελέσει
τεράστιο έργο για πολλές δεκαετίες, όπως η Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας,
η Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, αλλά κυρίαρχα είναι άκρως απαραίτητη η
ουσιαστική και ενεργή ένταξη στο νέο αυτόν φορέα του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Τμήματα όπως το Τμήμα Ιστορίας, Ξένων Γλωσσών, Αρχειονομίας, Πληροφορικής,
Ψηφιακών Μέσων & Επικοινωνίας, Ήχου & Εικόνας, Μουσικών Σπουδών,
αλλά και τα Τεχνολογίας Τροφίμων και Τουρισμού μπορούν να
συνδράμουν αποφασιστικά στο εγχείρημα για την προστασία και διαφύλαξη της
πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Το κύρος, η αξιοπιστία, αλλά και η τεκμηρίωση που
επιδεικνύει πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρο. Παράλληλα, η εκπαιδευτική του
δράση μπορεί να συσπειρώσει πλειάδα φοιτητών και αποφοίτων, που αν αξιοποιηθούν
καταλλήλως μπορούν να προσδώσουν στο οικοδόμημα πρόσθετη αξία.
Η συμμετοχή των φορέων της τοπικής
αυτοδιοίκησης (Δήμος Κεντρικής Κέρκυρας & Διαποντίων Νήσων, Δήμος
Βόρειας Κέρκυρας, Δήμος Νότιας Κέρκυρας, Δήμος Παξών) αλλά και της Περιφέρειας
Ιονίων Νήσων, θα οπλίσει το εγχείρημα με τη σφραγίδα των οργανισμών αυτών
και θα δώσει τη δυνατότητα να συντονιστούν από κοινού οι όποιες προσπάθειες, να
τεθούν στόχοι και προτεραιότητες με σεβασμό στις αποφάσεις των τοπικών μας
κοινωνιών. Παράλληλα, κρίνεται σκόπιμη και η συμμετοχή στον φορέα τόσο της Ιεράς
Μητρόπολης Κέρκυρας, όσο και της Καθολικής Αρχιεπισκοπής Κέρκυρας.
Το εγχείρημα θα μπορούσαν ακόμα να υιοθετήσουν με την έμπρακτη συμμετοχή τους και αναπτυξιακοί φορείς του τόπου, καθώς η διαφύλαξη και προώθηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι άμεσα συνυφασμένη με το τουριστικό μας προϊόν και την ανταγωνιστικότητα στο κομμάτι του τουρισμού. Εμπορικά επιμελητήρια, ενώσεις ξενοδόχων, καθώς και εμπορικοί και επαγγελματικοί φορείς θα μπορούσαν να συνδράμουν στη δημιουργία και λειτουργία του, ώστε ο νέος φορέας να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη αποδοχή και έρεισμα στην τοπική μας κοινωνία.
Συμπεράσματα
Μ |
ε αφορμή τα σύγχρονα πρότυπα που καλείται
να ακολουθήσει η ελληνική πολιτεία, ως ο επίσημος φορέας διαχείρισης της
πολιτιστικής μας κληρονομιάς, είναι επιβεβλημένη η δημιουργία μιας «Τοπικής
Ομάδας Διαχείρισης» που θα λειτουργεί ως φορέας συνεργασίας και συντονισμού
όλων των παραγωγικών δυνάμεων της περιοχής μας και θα συνδυάζει τις αρχές του
«Νέου Μάνατζμεντ», ώστε να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά της εξωστρέφειας στην
οποία προσβλέπουν οι νέες τάσεις ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η πολύχρονη και πλούσια πολιτιστική μας
κληρονομιά κινδυνεύει από την επιτελική διαχείρισή της από το κεντρικό κράτος
που αδυνατεί και αδιαφορεί για τις ιδιαιτερότητές της αλλά και από την
πολύχρονη έλλειψη συντονισμού και ουσιαστικού ενδιαφέροντος από τους τοπικούς
φορείς αλλά και την πολυδιάστατη δράση που αφήνει πολλαπλά κενά στην
ολοκληρωμένη διαχείρισή της.
που έχει κληρονομήσει από το παρελθόν,
οφείλει να κοιτάξει κατάματα το μέλλον της
ψηφιακής εποχής,
αξιοποιώντας κάθε συγκριτικό πλεονέκτημα που
διαθέτει.
Η ενεργή συμμετοχή του Ιονίου Πανεπιστημίου
σε τούτη την προσπάθεια
κρίνεται απαραίτητη για την επιστημονική
τεκμηρίωση
και εξειδίκευση που απαιτείται.
Η πολιτιστική μας κληρονομιά πρέπει και
μπορεί να διαφυλαχθεί αλλά και να καταστεί ουσιώδες συγκριτικό πλεονέκτημα στη
χάραξη μιας νέας πολιτικής για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Στο
χέρι μας είναι να συντονιστούμε ως κοινωνία, να σταθούμε στο ύψος των
περιστάσεων και να διαφυλάξουμε όσα μας ενώνουν βάζοντας στο περιθώριο όσα μας
χωρίζουν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου